Η μουσική δεν είναι μαστίχα για το σώμα εφήβων που επιδεικνύουν τα αθλητικά τους κορμιά σε σκοτεινά νυχτερινά στέκια, ούτε για επαγγελματίες της νύχτας που θέλουν κάτι για παρέα προκειμένου να αποφύγουν τον ύπνο που τους κυριεύει… Η μουσική είναι μια τελετή αποκάλυψης που απαιτεί αθωότητα και μνήμη… Η μουσική είναι ασκήσεις, γνώσεις με στόχο την αποκάλυψη. Ενοχλούμαι όταν κάποιοι προσπαθούν να ποδοσφαιροποιήσουν τη μουσική. Όλοι αυτοί που ακούνε μουσική προκειμένου να εκτονωθούν. Η μουσική είναι κάτι το ιερό…». Τα σοφά αυτά λόγια (που με εκφράζουν απόλυτα) ανήκουν στον Μάνο Χατζιδάκι και ειπώθηκαν κατά τη διάρκεια κάποιας ιστορικής και ανεπανάληπτης συνέντευξής του. Κατά την άποψή μου προσδιορίζουν με απόλυτη ακρίβεια το ρόλο της μουσικής στη ζωή μας και αποτελούν τον ιδανικό πρόλογο για το κείμενο μου που ακολουθεί.

Το τι ακριβώς αντιπροσωπεύει η μουσική για τον άνθρωπο και τις κοινωνίες του αποτελεί ένα ερώτημα χιλιάδων ετών. Το ερώτημα γύρω από την βιολογική αξία της μουσικής παραμένει εξαιρετικά επίκαιρο ακόμη και σήμερα μεταξύ των επιστημόνων που μελετούν την λειτουργία του εγκεφάλου, ιδιαίτερα όσων αποκαλούνται ειδικοί στη γνωστική νευροεπιστήμη (cognitive neuroscience). Το ερώτημα θα εξακολουθήσει να παραμένει  ανοιχτό (για πολύ καιρό ακόμη) όπως φαίνεται. Δεν υπάρχει συγκεκριμένη απάντηση αλλά υπάρχουν διάφορες θεωρίες και επιστημονικά ρεύματα. Μία άποψη βασισμένη στον θεωρητικό Leonard Meyer ισχυρίζεται ότι πρωταρχικά ο σκοπός της μουσικής είναι η επικοινωνία του συναισθήματος, μια άλλη άποψη που έχει διατυπώσει ο συνθέτης Edgar Varese είναι ότι η μουσική αντιπροσωπεύει απλά υψηλό επίπεδο οργάνωσης ήχου.

Ο νευροεπιστήμονας Pinker το 1997 διατύπωσε την άποψη ότι η μουσική είναι ένα πρόδρομο προϊόν εξέλιξης η οποία είχε ως απώτερο στόχο την δημιουργία της ανθρώπινης γλώσσας. Μάλιστα ο Pinker είχε αποκαλέσει την μουσική ένας είδος γευστικού εδέσματος μέσα στη διαδικασία της εξέλιξης (auditory cheesecake), ένα ρητορικό σχόλιο που είχε στόχο να βάλει ερωτηματικά στην εξελικτική θεωρία. Αν η εξέλιξη στοχεύει στην προσαρμογή τότε γιατί οι γευστικές μας προτιμήσεις (κατεξοχήν σε λιπαρά και γλυκά) μας οδηγούν σε καταστροφικές συνέπειες όπως η παχυσαρκία και ο διαβήτης; Μας αρέσει το strawberry cheesecake όχι επειδή μας οδηγεί εκεί η εξελικτική διαδικασία της γεύσης αλλά επειδή το γλυκό αυτό ενσωματώνει σε ιδανικό βαθμό τις ιστορικές εμπειρίες ευχάριστης γεύσης λίπους και ζάχαρης με τελικό σκοπό να πατηθούν τα κουμπιά των μηχανισμών ικανοποίησης (Pinker 1997). Γενικά η άποψη του Pinker για τις τέχνες είναι ότι εξυπηρέτησαν τις πρωτόγονες κοινωνίες σε οργάνωση και επικοινωνία όσο και στην ανάπτυξη της φαντασίας, ένα όπλο για την αντιμετώπιση άμεσων κινδύνων που απειλούσαν την επιβίωση. Μάλιστα οι μουσικές και χορευτικές δεξιότητες, κυρίως του άνδρα-κυνηγού, φαίνεται ότι αποτελούσαν ένα σημαντικό κριτήριο για την επιλογή συντρόφου στις αρχέγονες κοινωνίες (το αναφέρει επίσης ο Δαρβίνος στις επιστημονικές του εργασίες πάνω στη θεωρία της εξέλιξης).

Σήμερα η νευροεπιστήμη δεν έχει ξεκαθαρίσει το αν η μουσική είναι πρόδρομος του λόγου στην πορεία της εξέλιξης διότι οι σύγχρονες απεικονιστικές τεχνικές του εγκεφάλου (fMRI, PET scan) έχουν δείξει ότι ενδεχόμενα υπάρχουν εξειδικευμένα κέντρα του εγκεφάλου που σχετίζονται με την αντίληψη και αναπαραγωγή αποκλειστικά της μουσικής. Είναι γνωστό ότι μετά από αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια μπορεί να καταργηθεί η ικανότητα λόγου (αφασία) αλλά σε κάποιες περιπτώσεις ο πάσχων μπορεί ακόμη να τραγουδάει κάποιες μελωδίες. Μπορεί να έχουμε αφασία αλλά όχι αμουσία λοιπόν. Μάλιστα στην νευρολογία χρησιμοποιούνται σήμερα μουσικοθεραπευτικές τεχνικές για την αποκατάσταση (neurological rehabilitation) του βαδίσματος αλλά και του λόγου μετά από αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια. Επίσης έχει αποδειχθεί ότι στη νόσο του Πάρκινσον (διαταραχή του βαδίσματος και της αρμονίας των κινήσεων) ο μουσικός ρυθμός μπορεί να βελτιώσει αποτελεσματικά την αρμονία και τον συντονισμό της κίνησης (ο ρυθμός της μουσικής δίνει ρυθμό στο βάδισμα). Η αντίληψη και παραγωγή του λόγου και της μουσικής έχουν πολλά κοινά αλλά για την μουσική φαίνεται ότι υπάρχουν αποκλειστικά εξειδικευμένες οδοί νευρωνικής αγωγής στον εγκέφαλο. Σε μια αρχαία ιστορία από την Αιθιοπία αναφέρεται ότι οι άνθρωποι κάποτε μόνο τραγουδούσαν αλλά στη συνέχεια αμάρτησαν και  ο θεός τους τιμώρησε καταδικάζοντας του μόνο να μιλούν, ο λόγος θεωρήθηκε για τον πολιτισμό αυτό υποδεέστερη δεξιότητα λοιπόν. Αυτό φαίνεται και στις αρχαίες γλώσσες (βλ. ομηρική γλώσσα και διάλεκτοι της αρχαίας ελληνικής γλώσσας) που είναι όλες μουσικές γλώσσες, έχουν ως χαρακτηριστικό την προσωδία.

Το πώς αντιλαμβανόμαστε την μουσική είναι βέβαια και μέρος της κουλτούρας στην οποία ανήκουμε. Επίσης το ποια μουσική μας αρέσει και ποια όχι έχει να κάνει συχνά όχι τόσο με τα χαρακτηριστικά της μουσικής (συχνότητες, τόνος, χρώμα, ρυθμός) όσο με κοινωνικούς εξωμουσικούς λόγους. Η έρευνα έχει δείξει ότι αγαπάμε τα μουσικά κομμάτια που ακούνε και οι φίλοι μας ή η οικογένειά μας. Κάποιοι απεχθάνονται π.χ. τα έργα του Ρίχαρντ Βάγκνερ διότι αγαπούσε τη μουσική του ο Αδόλφος Χίτλερ ή αγάπησαν την μουσική του Μπομπ Ντίλαν επειδή τραγουδούσε συχνά στις φυλακές για τους φυλακισμένους. Η οικειότητα προς ένα μουσικό κομμάτι είναι συχνότερα κριτήριο ευχαρίστησης γιατί μας προξενεί ευχαρίστηση ότι γενικά μας είναι οικείο.

Έχει παρατηρηθεί ότι κατά τη διάρκεια ακρόασης μουσικής μπορεί να προκληθούν ρίγη από έντονη συγκίνηση και αυτό έχει συσχετισθεί με μεγάλη παραγωγή ντοπαμίνης αλλά και ενδορφινών στον εγκέφαλο. Επίσης έχει βρεθεί ότι τέτοιες συγκινησιακές αντιδράσεις μετά από ακρόαση μουσικής καταργούνται μετά την χορήγηση ναλοξόνης (ουσία ανταγωνιστής των οπιοειδών). Φαίνεται ότι σημαντική θέση στην παραγωγή του μουσικού συναισθήματος έχουν αρκετά κέντρα που βρίσκονται στο μεταιχμιακό σύστημα του εγκεφάλου (limbic system) όπως π.χ. οι αμυγδαλωτοί πυρήνες (amygdala), ο ιππόκαμπος και οι παρα-ιπποκαμπικές συσκευές, πυρήνες που έχουν σχέση με μηχανισμούς ευχαρίστησης-ανταμοιβής (nucleus acumbens) αλλά και ανώτερα κέντρα του φλοιού εκτός του μεταιχμιακού συστήματος. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον ότι κατά τη διάρκεια ακρόασης μουσικής γραμμένης σε ελάσσονα τρόπο (κατά τεκμήριο λυπητερή μουσική στην δυτική κουλτούρα) παρατηρήθηκε (Huron 2006) αυξημένη παραγωγή της προλακτίνης (μιας ορμόνης που προκαλεί ευχαρίστηση-ευεξία και παράγεται κατά τον οργασμό, την λοχεία και τη γαλακτοφορία). Μάλιστα η προλακτίνη ανιχνεύεται αποκλειστικά σε δάκρυα που παράγονται από λύπη και δεν ανιχνεύεται σε δάκρυα που προέρχονται από ερεθισμό του ματιού ή δάκρυα χαράς. Η θεωρία είναι ότι η μεγάλη έκκριση της προλακτίνης σε καταστάσεις λύπης προετοιμάζει την διαδικασία της επούλωσης του υποτιθέμενου τραύματος το οποίο προκάλεσε το συναίσθημα της λύπης.

Ένα σημαντικό ερώτημα που προκύπτει από την μελέτη της μουσικής σε σχέση με τις λειτουργίες του εγκεφάλου είναι αν μόνον το ανθρώπινο είδος έχει δυνατότητα αντίληψης και παραγωγής μουσικής. Αποτελεί άραγε η μουσική τέχνη αποκλειστικό προσόν του ανθρώπου επί της γης; Οι επιστήμονες έχουν μελετήσει και άλλα θηλαστικά ή ωδικά πτηνά που παράγουν ήχους οι οποίοι έχουν κάποια μορφή οργάνωσης που μοιάζει με μουσική πχ τα περίφημα τραγούδια της φάλαινας ή ήχοι των δελφινιών. Αν αναλύσει κανείς διαγράμματα συχνοτήτων σε σχέση με χρονισμό (ρυθμό) μπορεί να διαπιστώσει ομοιότητες με ανθρώπινα τραγούδια αλλά δεν είναι ακριβώς το ίδιο. Μόνον ο ανθρώπινος εγκέφαλος μπορεί να ακολουθήσει με απόλυτη ακρίβεια τις μεταβολές του μουσικού ρυθμού και να τις μετατρέψει συντονισμένα σε ρυθμική κίνηση (χορευτική κίνηση ή απλός συντονισμός με χτύπημα του πέλματος ή της παλάμης). Ο εγκέφαλος άλλων ζώων ή πτηνών δεν μπορεί να αντιληφθεί λεπτές τονικές διαφορές ή ελάχιστες μεταβολές του ρυθμού. Επίσης οι οργανωμένοι ήχοι που παράγουν οι φάλαινες ή τα δελφίνια ή τα ωδικά πτηνά έχουν αυστηρά βιολογικό σκοπό (πχ προσέλκυση συντρόφων για αναπαραγωγή) ενώ ο άνθρωπος κάνει μουσική οργανωμένα προκειμένου να εξυπηρετήσει, όπως έλεγε ο νευροεπιστήμονας Pinker (1997), αποκλειστικά τους μηχανισμούς ανταμοιβής-ευχαρίστησης (βλ. η μουσική ως ακουστικό cheesecake).

Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν ταυτίσει τη μουσική με τη διασκέδαση αλλά φαίνεται ότι δεν αποτελεί η διασκέδαση τον πρωταρχικό βιολογικό προορισμό της μουσικής. Η λέξη «διασκεδάζω» ετυμολογείται από το αρχαίο ρήμα «διασκεδάννυμι» η σημασία του οποίου υποδηλώνει εκτροπή-σκεδασμό, επί της ουσίας λήθη και κατά προέκταση διασκεδάζω σημαίνει κάνω κάτι για να ξεχάσω. Στα ξενυχτάδικα και τα σκυλάδικα δεν έχει καμία σημασία η ίδια η μουσική και ο χαρακτήρας της, μεγαλύτερη σημασία έχει ο θόρυβος και η εξωτερική εμφάνιση των αοιδών της νύχτας. Είναι τόποι οινοποσίας και λήθης κατά προτεραιότητα παρά χώροι έκφρασης της μουσικής. Δεν είναι με κανένα τρόπο η διασκέδαση-λήθη ο αποκλειστικός στόχος της μουσικής. Περισσότερο κοντά στον ουσιαστικό ρόλο της μουσικής είναι ο όρος «ψυχαγωγία» ως αγωγή ψυχής. Αλλά η μουσική είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο σήμερα ότι προάγει και άλλες (μη μουσικές) δεξιότητες και ανώτερες γνωστικές λειτουργίες όπως είναι η μνήμη, η συγκέντρωση, η μάθηση. Τα παιδιά που αποκτούν μουσική παιδεία εκπαιδεύουν τον εγκέφαλο τους έτσι ώστε να προάγουν πολλές άλλες δεξιότητες. Η μουσική αποτελεί άριστο γνωσιακό, μαθησιακό και εκπαιδευτικό εργαλείο και δεν ήταν καθόλου τυχαίο ότι ο αρχαίος κόσμος έβαζε τη μουσική στον κορμό της παιδείας. Ό, τι σημαίνει η φυσική άσκηση για το σώμα σημαίνει και η μουσική για τον εγκέφαλο, θα χρησιμοποιούσα μάλιστα την ευρύτερη έννοια Νους. Ο Νους είναι κάτι ευρύτερο από την έννοια του Εγκεφάλου, ο εγκέφαλος συνδέεται με την λογισμική πλευρά του Νου.

Αποτελεί επίσης ενδιαφέρον θέμα να εξετάσει κάποιος τις τάσεις οι οποίες οδηγούν κάποιο άτομο στο να ερμηνεύει ή να συνθέτει μουσική ή να ακολουθήσει τελικά τη μουσική ως επάγγελμα. Πιστεύω ότι όπως σε όλες τις τέχνες πρέπει να έχει κανείς μια αρχική κλήση, «κλήση» άνωθεν με γράμμα ήτα που μεταφράζεται σε «κλίση» που γράφεται με γράμμα γιώτα. Η μουσική όπως και η τέχνη γενικότερα απαιτεί αυτή την μοναδική  ικανότητα να βγαίνεις από την πραγματικότητα και να μπορείς να χτίζεις γέφυρες με το ονειρικό ή με το πέραν της πραγματικότητας. Είναι μια ικανότητα να μπορείς να ονειρεύεσαι ενώ είσαι ξύπνιος, μάλιστα ο μουσικός μέσω της μουσικής του πετυχαίνει, όταν είναι ταλαντούχος μουσικός, να μεταφέρει και προς το κοινό αυτή την ικανότητα να ονειρευτεί ενώ είναι ξύπνιο. Υπάρχουν κάποια πράγματα που, κατά την άποψή μου, κάνουν τη διαφορά σε ορισμένους ανθρώπους (αυτοί έχουν την καλλιτεχνική κλίση συνήθως) και αυτά είναι το χιούμορ, η φαντασία, ο ερωτισμός, μια επιθυμία  για παιχνίδι του «αιώνιου» παιδιού και η ανάγκη για πνευματικότητα. Η πνευματικότητα σηματοδοτεί την έντονη επιθυμία του ανθρώπου να αντιληφθεί τα βαθύτερα μυστήρια της ύπαρξης και για εμένα συνδέεται με την τάση να ονειρεύεσαι ξύπνιος και να μπορείς να χτίζεις γέφυρες με το εξωπραγματικό και το παραμυθένιο. Αυτά είναι τα προαπαιτούμενα πιστεύω προκειμένου να γίνει κάποιος μουσικός ή και καλλιτέχνης γενικότερα. Από εκεί και πέρα το χάρισμα πρέπει να αντέξει στις προκλήσεις της καθημερινότητας και πρέπει κανείς να είναι προετοιμασμένος να περάσει δοκιμασίες, ιδιαίτερα οικονομικές. Επίσης το ταλέντο είναι μια σπίθα που για να γίνει φωτιά απαιτεί πειθαρχία, συστηματική εργασία και πολύ πείσμα. Έχουν χαθεί πολλά καταπληκτικά ταλέντα που δεν είχαν το κουράγιο, την αφοσίωση, την επιμονή που χρειάζεται το ταλέντο προκειμένου να γίνει φωτιά και να παράγει αξιόλογο έργο. Και πρέπει βέβαια να αντέχει κανείς την αμφισβήτηση που είναι δεδομένη και να προχωράει με πίστη στον εαυτό του. Εδώ πάλι θα θυμηθώ τον αείμνηστο Μάνο Χατζιδάκι που είχε εκφράσει την άποψη του για την μουσική και τους μουσικούς με τον παρακάτω ανεπανάληπτο τρόπο: «Η μουσική είναι βροχή…Όταν βρέχει άλλοι τρέχουν να βρουν ένα μέρος να προφυλαχθούν και άλλοι συνεχίζουν να περπατάνε στη βροχή, γίνονται μούσκεμα, αλλά δεν τους μέλλει…αυτοί είναι οι μουσικοί».

Ελάχιστοι επιστήμονες σήμερα, ιδιαίτερα του χώρου της εκπαίδευσης και της υγείας, έχουν πραγματικά πλήρη επίγνωση των δυνατοτήτων της μουσικής ως μαθησιακού, γνωσιακού, εκπαιδευτικού και θεραπευτικού εργαλείου. Αντιθέτως μάλιστα, φαίνεται ότι υπάρχει τάση περιορισμού των καλλιτεχνικών μαθημάτων μεταξύ των οποίων και η μουσική. Από την άλλη πλευρά υπάρχει συχνά τέτοια ανούσια τυποποίηση της μουσικής διδασκαλίας στα σχολεία που την καθιστά βαρετή και απωθητική στους μαθητές. Ακόμη οι ραδιοφωνικοί σταθμοί έχουν πλέον ενοποιήσει (προς την πλευρά του εμπορικού-δημοφιλούς είδους) τη μουσική που αναμεταδίδουν και δεν μπορεί πλέον να ακούσει εύκολα κανείς μη-αγοραία ραδιοφωνικά ακούσματα. Μόνο στο διαδίκτυο μπορεί πλέον να αναζητήσει κάποιος με ευχέρεια ότι μπορεί να φανταστεί, με τη διαφορά ότι χρειάζεται φιλτράρισμα και επαρκή καθοδήγηση. Στην ελληνική κοινωνία δεν προάγεται ιδιαίτερα η ολοκληρωμένη διάσταση της μουσικής τέχνης πέραν του συμβατικού, του καταναλωτικού και αυτονόητα προβάλλεται ότι έχει σχέση με τη διασκέδαση και την διαφήμιση. Άλλωστε η συγκεντρωτική εξουσία, σε παγκόσμιο επίπεδο, τείνει πλέον να ελέγξει απόλυτα το άτομο και την συμπεριφορά του. Σε αυτό το ζήτημα η καλλιτεχνική παιδεία προβάλλει σαφώς αντίσταση διότι μέσα από την εμπλοκή του με την τέχνη ο άνθρωπος αποκτά ελεύθερη σκέψη και απομακρύνεται ιδεολογικά από τον καταναλωτισμό και την εξάρτηση των αγορών.

Ας αφήσουν οι οικογένειες τα παιδιά τους να εκφράσουν ελεύθερα τις καλλιτεχνικές τους ανησυχίες και δεξιότητες και να υποστηρίξουν (οικογένεια και σχολείο) τα παιδιά εκείνα που θέλουν να μάθουν μουσικά όργανα και μουσική γενικότερα. Στόχος μας είναι να δημιουργήσουμε «ευτυχισμένους» και όχι «επιτυχημένους» ανθρώπους  με την αγοραία έννοια της κοινωνικής και οικονομικής ανόδου. Η μουσική τέχνη δίνει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να ανακαλύψει και να εκφράσει το συναίσθημα του και αυτό είναι πολύ σημαντικό για το αίσθημα της ευτυχίας που νοιώθει ο άνθρωπος κατά το πέρασμα του από τον πλανήτη.

Πηγή: www.athensvoice.gr

Newsletter