Ήταν μια από τις τελευταίες ημέρες του 2020, όταν έφυγα για λίγο από το γραφείο για  να πάρω έναν καφέ. Ήταν ηλιόλουστο πρωινό και είχα αποφασίσει να βάλω μια αγαπημένη μου φούστα. Άρα και καλσόν. Οπάκ καλσόν. Περπατούσα στου Ψυρρή όταν άκουσα κάποια παρέα να μου φωνάζει: “Πώς είσαι έτσι; Φάε λίγο τσιτσί να παχύνεις”. 

Ξεπέρασα το σύντομο πολλαπλό σοκ (με περιγέλασαν δημόσια, ήταν νέοι άνθρωποι, μάλλον συνομίληκοί μου, είπαν τη λέξη ‘τσιτσί’ -ποιος τη λέει το 2020-) και αποφάσισα να μην απαντήσω. Συνέχισα να περπατάω. Κανένα αίσθημα ντροπής δεν με διακατείχε εκείνη τη στιγμή. Για να είμαι ειλικρινής ένιωσα ανακούφιση. Ανακουφισμένη και περήφανη. 

Την ίδια ανακούφιση είχα νιώσει το πρωί όταν φορούσα τη φούστα, την αγαπημένη μου φούστα. Τη φούστα-μεζούρα-δίχτυ ασφαλείας. Τη φούστα που φορούσα στα λιγότερα κιλά που έχω υπάρξει.

Τι είχε συμβεί;

Την προηγούμενη ημέρα είχα ζυγιστεί. Δεν ήμουν πια σε αυτά τα ελάχιστα κιλά. Και τα τελευταία βράδια είχα αρχίσει να τρώω επιδόρπιο (καμία σχέση με οτιδήποτε θα μπορούσε να μοιάζει σε γνώριμο γλυκό). Η σύσταση του σώματός μου είχε αλλάξει, αλλά είχα καταφέρει να διατηρήσω το λίπος μου σε επίπεδα… άντρα ολυμπιονίκη, οπότε η φούστα-μεζούρα μου έκανε γάντι και είχα ανακουφιστεί.

Μετά το περιστατικό με την λεκτική επίθεση, συνέχισα να περπατώ στη Σαρρή οριακά χαρούμενη. Ίσως να είχα νιώσει κάποια ντροπή αν οι δρόμοι δεν ήταν άδειοι. Για την ώρα είχα πάρει την επιβεβαίωση ότι με το οπάκ καλσόν μου τα πόδια μου φαινόντουσαν αδύνατα. 

Αδύνατα; Αφύσικα μάλλον. Αλλά δεν με ένοιαζε.

 

Οι δύο φωνές

Μέχρι να επιστρέψω στο γραφείο η φωνή της ανορεξίας ξεκίνησε διάλογο με τη φωνή της λογικής μου (με τη φωνή που έχω δουλέψει σε πολλαπλά επίπεδα στο ταξίδι της διατροφικής διαταραχής). Τελικά συνειδητοποίησα την ίδια την ύπαρξη της φωνής της ανορεξίας που μου έδινε την ανακούφιση και την περηφάνεια. Δεν είναι αυτονόητος αυτός ο διαχωρισμός. Και σίγουρα δεν έχει να κάνει με το βάρος. Η φωνή της ανορεξίας υπάρχει για διαφορετικά νούμερα στη ζυγαριά για μένα και για πολλές ή πολλούς.

Οι επόμενες σκέψεις μου είχαν να κάνουν με ένα προηγούμενο κείμενο στο οποίο είχα δώσει τον τίτλο “Body shaming: Όταν δεν έχεις παραπάνω κιλά και είναι και αυτό προβλημα (των άλλων)”. Για μέρες…

 

Πώς θέλω να ζήσω;

Όσο τα γιορτινά τραπέζια πλησίαζαν οι ίδιες σκέψεις επανέρχονταν. Μαζί και όλες μου οι διατροφικές φοβίες (και σωματικά συμπτώματα). Στο μεταξύ η ζυγαριά ανέβαινε κάποια γραμμάρια και βρέθηκα αντιμέτωπη και με άλλο ερώτημα: πώς θέλω να ζήσω επιτέλους; Θα κάνω φίλη μου τη μιζέρια και τις φευγαλέες περηφάνιες ή θα συμφιλιωθώ με το γεγονός ότι υπάρχει μέσα μου η φωνή της ανορεξίας και θα την αναγνωρίζω, θα το παλεύω; Και κυρίως δεν θα επιτρέπω να γίνομαι θύμα του body shaming. Πόσο μάλλον από εμένα την ίδια.

 

Self-body shaming

Όπως είχα γράψει και σε εκείνο το προηγούμενο κείμενο το body shaming δεν έχει σχήμα, χρώμα, μέγεθος, ηλικία. Σήμερα θα το πάω ένα βήμα παρακάτω: Το body shaming δεν έχει αυτουργό μόνο τον άλλο, την κουλτούρα, την κοινωνία μας. Πολλές φορές είμαστε οι ίδιοι ηθικοί και φυσικοί αυτουργοί του shaming προς εμάς.

Σε εκείνον τον περίπατο δεν ένιωσα ντροπή, αλλά ανακούφιση. Αν αυτό δεν είναι η μεγαλύτερη απόδειξη του self-body shaming, τότε τί είναι;

 

Newsletter